Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀλεκτοροφωνία
ἄλεκτρος
ἀλεκτρύαινα
ἀλεκτρυών
ἀλέκτωρ
ἀλέκω
Ἀλεξανδριστής
ἀλέξανδρος
Ἀλεξανδρώδης
ἀλεξάνεμος
ἀλέξημα
ἀλέξησις
ἀλεξήτειρα
ἀλεξητήριος
ἀλεξητήρ
ἀλεξήτωρ
ἀλεξιάρη
ἀλεξιβέλεμνος
ἀλεξίκακος
ἀλεξίμβροτος
ἀλεξίμορος
View word page
ἀλέξημα
ἀλέξημα ἀλέξω a defence, remedy, Aesch.

ShortDef

a defence, remedy

Debugging

Headword:
ἀλέξημα
Headword (normalized):
ἀλέξημα
Headword (normalized/stripped):
αλεξημα
IDX:
1376
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1376
Key:
a)le/chma

Data

{'content': 'ἀλέξημα\n ἀλέξω\n a defence, remedy, Aesch.', 'key': 'a)le/chma'}