Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
εὐκατάλυτος
εὐκαταφρόνητος
εὐκατέργαστος
εὐκατηγόρητος
εὐκέατος
εὐκέλαδος
εὔκεντρος
εὐκέραος
εὐκηλήτειρα
εὔκηλος
εὐκίνητος
εὔκισσος
εὐκίων
εὐκλεής
εὔκλεια
εὐκλεΐζω
εὔκλεινος
εὐκληρέω
εὔκληρος
ἐΰκλωστος
ἐϋκνήμις
View word page
εὐκίνητος
εὐκίνητος εὐ-κίνητος, ον κῑνέω easily moved, εἴς τι Anth.
ShortDef
easily moved
Debugging
Headword:
εὐκίνητος
Headword (normalized):
εὐκίνητος
Headword (normalized/stripped):
ευκινητος
IDX:
13680
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13686
Key:
eu)ki/nhtos
Data
{'content': 'εὐκίνητος\n εὐ-κίνητος, ον\n κῑνέω\n easily moved, εἴς τι Anth.', 'key': 'eu)ki/nhtos'}