Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

εὐθήρατος
εὔθηρος
εὐθήσαυρος
εὔθικτος
εὐθνήσιμος
εὔθοινος
εὔθριγκος
εὖθριξ
εὔθρονος
εὔθροος
εὔθρυπτος
εὐθυβολία
εὐθύβολος
εὐθυδίκαιος
εὐθυδικία
εὐθύδικος
εὐθυεργής
εὐθυθάνατος
εὐθυμάχης
εὐθυμαχία
εὐθυμάχος
View word page
εὔθρυπτος
εὔθρυπτος εὔ-θρυπτος, ον θρύπτω easily broken, crumbling, Plut.

ShortDef

easily broken, crumbling

Debugging

Headword:
εὔθρυπτος
Headword (normalized):
εὔθρυπτος
Headword (normalized/stripped):
ευθρυπτος
IDX:
13622
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13628
Key:
eu)/qruptos

Data

{'content': 'εὔθρυπτος\n εὔ-θρυπτος, ον\n θρύπτω\n easily broken, crumbling, Plut.', 'key': 'eu)/qruptos'}