Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

εὐερκής
εὐέρκτης
εὐερνής
εὔερος
εὐεστώ
εὐετηρία
εὐετία
εὐεύρετος
εὐέφοδος
εὔζηλος
εὔζυγος
εὔζωνος
εὔζωρος
εὐηγενής
εὐηγεσία
εὐήθεια
εὐήθης
εὐηθίζομαι
εὐηθικός
εὐήκης
εὐήκοος
View word page
εὔζυγος
εὔζυγος ζυγόν III of ships, well-benched, Od.

ShortDef

well-benched

Debugging

Headword:
εὔζυγος
Headword (normalized):
εὔζυγος
Headword (normalized/stripped):
ευζυγος
IDX:
13569
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13575
Key:
eu)/zugos

Data

{'content': 'εὔζυγος\n ζυγόν III\n of ships, well-benched, Od.', 'key': 'eu)/zugos'}