ἀλεγεινός
ἀλεγεινός
Epic for ἀλγεινός, Hom.
c. inf., ἵπποι ἀλεγεινοὶ δαμήμεναι hard to break, Il.
{ "content": "ἀλεγεινός\n Epic for ἀλγεινός, Hom.\n c. inf., ἵπποι ἀλεγεινοὶ δαμήμεναι hard to break, Il.", "key": "a)legeino/s" }