Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἑτεροιόω
ἑτεροκλινής
ἑτερομήκης
ἑτερόπλοος
ἕτερος
ἑτερότροπος
ἑτερόφθαλμος
ἑτερόφρων
ἑτερόφωνος
ἑτέρωθεν
ἑτέρωθι
ἑτέρωσε
ἑτέρως
ἐτησίαι
ἐτήσιος
ἔτης
ἐτητυμία
ἐτήτυμος
ἔτι
ἐτνήρυσις
ἐτνοδόνος
View word page
ἑτέρωθι
ἑτέρωθι ἕτερος adv. on the other side, Od., Hdt. = ἄλλοθι, elsewhere, Hom., etc.:—c. gen., ἑτ. τοῦ λόγου in another part of my story, Hdt. at another time, Hom.

ShortDef

on the other side

Debugging

Headword:
ἑτέρωθι
Headword (normalized):
ἑτέρωθι
Headword (normalized/stripped):
ετερωθι
IDX:
13370
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13376
Key:
e(te/rwqi

Data

{'content': 'ἑτέρωθι\n ἕτερος\n adv. \n on the other side, Od., Hdt.\n = ἄλλοθι, elsewhere, Hom., etc.:—c. gen., ἑτ. τοῦ λόγου in another part of my story, Hdt.\n at another time, Hom.', 'key': 'e(te/rwqi'}