Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐρυθριάω
ἐρυθρόπους
ἐρυθρός
ἐρυκανάω
ἐρύκω
ἔρυμα
ἐρυμνόνωτος
ἐρυμνός
ἐρυμνότης
ἐρυσάρματες
ἐρυσίβη
ἐρυσίθριξ
ἐρυσινηΐς
ἐρυσίπτολις
ἐρυσμός
ἐρυστός
ἐρύω
ἐρχατάομαι
ἔρχομαι
ἐρῳδιός
ἐρωέω
View word page
ἐρυσίβη
ἐρυσίβη ἐρῠσί_βη, ἡ, ἐρυθρός red blight, Lat. robigo, Plat.

ShortDef

red blight

Debugging

Headword:
ἐρυσίβη
Headword (normalized):
ἐρυσίβη
Headword (normalized/stripped):
ερυσιβη
IDX:
13261
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13266
Key:
e)rusi/bh

Data

{'content': 'ἐρυσίβη\n ἐρῠσί_βη, ἡ,\n ἐρυθρός\n red blight, Lat. robigo, Plat.', 'key': 'e)rusi/bh'}