Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἑρπηστής
ἑρπύζω
ἕρπυλλος
ἑρπυστής
ἕρπω
ἐρρωμένος
ἔρρω
ἕρση
ἑρσήεις
ἔρσην
ἐρυγγάνω
ἐρύγμηλος
ἐρυθαίνω
ἐρύθημα
ἐρυθραίνω
ἐρυθριάω
ἐρυθρόπους
ἐρυθρός
ἐρυκανάω
ἐρύκω
ἔρυμα
View word page
ἐρυγγάνω
ἐρυγγάνω = ἐρεύγομαι vomit, eructare, οἶνον ἐρυγγ. Eur.
ShortDef
vomit, eructare
Debugging
Headword:
ἐρυγγάνω
Headword (normalized):
ἐρυγγάνω
Headword (normalized/stripped):
ερυγγανω
IDX:
13246
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13251
Key:
e)rugga/nw
Data
{'content': 'ἐρυγγάνω\n = ἐρεύγομαι vomit, eructare, οἶνον ἐρυγγ. Eur.', 'key': 'e)rugga/nw'}