Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἑρμηνεύς
ἑρμηνευτικός
ἑρμηνεύω
Ἑρμῆς
Ἑρμίδιον
ἑρμίς
ἑρμογλυφεῖον
ἑρμογλυφεύς
ἑρμογλυφικός
ἑρμογλύφος
Ἑρμοκοπίδης
ἔρνος
Ἐρξείης
ἐρόεις
ἔρομαι
ἔρος
ἔρος2
ἔροτις
ἑρπετόν
ἑρπηστής
ἑρπύζω
View word page
Ἑρμοκοπίδης
Ἑρμοκοπίδης Ἑρμο-κοπίδης, ου, κόπτω a Hermes-mutilator, Plut.

ShortDef

a Hermes-mutilator

Debugging

Headword:
Ἑρμοκοπίδης
Headword (normalized):
ἑρμοκοπίδης
Headword (normalized/stripped):
ερμοκοπιδης
IDX:
13227
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13232
Key:
e(rmokopi/dhs

Data

{'content': 'Ἑρμοκοπίδης\n Ἑρμο-κοπίδης, ου,\n κόπτω\n a Hermes-mutilator, Plut.', 'key': 'e(rmokopi/dhs'}