Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἑρκίον
ἕρκος
ἑρκοῦρος
ἕρμα
ἕρμα
ἑρμαγέλη
ἕρμαιον
Ἑρμαῖος
Ἑρμαφρόδιτος
Ἑρμῄδιον
ἑρμηνεία
ἑρμήνευμα
ἑρμηνεύς
ἑρμηνευτικός
ἑρμηνεύω
Ἑρμῆς
Ἑρμίδιον
ἑρμίς
ἑρμογλυφεῖον
ἑρμογλυφεύς
ἑρμογλυφικός
View word page
ἑρμηνεία
ἑρμηνεία ἑρμηνεία, ἡ, ἑρμηνεύω interpretation, explanation, Plat., Xen.

ShortDef

interpretation, explanation

Debugging

Headword:
ἑρμηνεία
Headword (normalized):
ἑρμηνεία
Headword (normalized/stripped):
ερμηνεια
IDX:
13215
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13220
Key:
e(rmhnei/a

Data

{'content': 'ἑρμηνεία\n ἑρμηνεία, ἡ,\n ἑρμηνεύω\n interpretation, explanation, Plat., Xen.', 'key': 'e(rmhnei/a'}