Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐρημόπολις
ἐρῆμος
ἐρημοσύνη
ἐρημοφίλης
ἐρημόω
ἐρημωτής
ἐρητύω
ἐριαύχην
ἐριβόας
ἐριβρεμέτης
ἐριβρεμής
ἐρίβρομος
ἐριβρύχης
ἐρίβρυχος
ἐριβῶλαξ
ἐρίγδουπος
ἐριδαίνω
ἐριδμαίνω
ἐρίδματος
ἐρίδουπος
ἐρίζω
View word page
ἐριβρεμής
ἐριβρεμής ἐρι-βρεμής, ές = ἐρίβρομος, Anth.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐριβρεμής
Headword (normalized):
ἐριβρεμής
Headword (normalized/stripped):
εριβρεμης
IDX:
13161
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13166
Key:
e)ribremh/s

Data

{'content': 'ἐριβρεμής\n ἐρι-βρεμής, ές\n = ἐρίβρομος, Anth.', 'key': 'e)ribremh/s'}