Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐρέφω
Ἐρεχθεῖδαι
Ἐρεχθεύς
ἐρέχθω
ἔρεψις
ἐρέω
ἐρημάζω
ἐρημαῖος
ἐρημία
ἐρημιάς
ἐρημοκόμης
ἐρημολάλος
ἐρημονόμος
ἐρημόπολις
ἐρῆμος
ἐρημοσύνη
ἐρημοφίλης
ἐρημόω
ἐρημωτής
ἐρητύω
ἐριαύχην
View word page
ἐρημοκόμης
ἐρημοκόμης ἐρημο-κόμης, ες κόμη void of hair, Anth.

ShortDef

void of hair

Debugging

Headword:
ἐρημοκόμης
Headword (normalized):
ἐρημοκόμης
Headword (normalized/stripped):
ερημοκομης
IDX:
13148
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13153
Key:
e)rhmoko/mhs

Data

{'content': 'ἐρημοκόμης\n ἐρημο-κόμης, ες\n κόμη\n void of hair, Anth.', 'key': 'e)rhmoko/mhs'}