Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐπουραῖος
ἐπουράνιος
ἐπουριάζω
ἐπουρίζω
ἔπουρος
ἐποφείλω
ἐποφθαλμιάω
ἐποχέομαι
ἐποχετεύω
ἐποχή
ἐποχθίδιος
ἔποχον
ἔποχος
ἐποψίδιος
ἐπόψιμος
ἐπόψιος
ἔποψις
ἔποψ
ἑπταβόειος
ἑπτάβοιος
ἑπτάδραχμος
View word page
ἐποχθίδιος
ἐποχθίδιος ἐπ-οχθίδιος, α, ον ὄχθη on or of the mountains, Anth.
ShortDef
on or of the river-banks
Debugging
Headword:
ἐποχθίδιος
Headword (normalized):
ἐποχθίδιος
Headword (normalized/stripped):
εποχθιδιος
IDX:
12994
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12998
Key:
e)poxqi/dios
Data
{'content': 'ἐποχθίδιος\n ἐπ-οχθίδιος, α, ον\n ὄχθη\n on or of the mountains, Anth.', 'key': 'e)poxqi/dios'}