Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐπιχαριεντίζομαι
ἐπιχαρίζομαι
ἐπίχαρις
ἐπιχαρίττως
ἐπίχαρμα
ἐπίχαρτος
ἐπιχειλής
ἐπιχειμάζω
ἐπιχειρέω
ἐπιχείρημα
ἐπιχείρησις
ἐπιχειρητέος
ἐπιχειρητής
ἐπίχειρον
ἐπιχειροτονέω
ἐπιχειροτονία
ἐπιχέω
ἐπιχθόνιος
ἐπιχλευάζω
ἐπιχλιαίνω
ἐπίχολος
View word page
ἐπιχείρησις
ἐπιχείρησις ἐπιχείρησις, εως an attempt, attack, Hdt., Thuc.; ἐπ. ποιεῖσθαί τινος to attempt a thing, Thuc.
ShortDef
an attempt, attack
Debugging
Headword:
ἐπιχείρησις
Headword (normalized):
ἐπιχείρησις
Headword (normalized/stripped):
επιχειρησις
IDX:
12907
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12911
Key:
e)pixei/rhsis
Data
{'content': 'ἐπιχείρησις\n ἐπιχείρησις, εως\n an attempt, attack, Hdt., Thuc.; ἐπ. ποιεῖσθαί τινος to attempt a thing, Thuc.', 'key': 'e)pixei/rhsis'}