Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐπιχαλκεύω
ἐπίχαλκος
ἐπιχαράσσω
ἐπιχαρής
ἐπιχαριεντίζομαι
ἐπιχαρίζομαι
ἐπίχαρις
ἐπιχαρίττως
ἐπίχαρμα
ἐπίχαρτος
ἐπιχειλής
ἐπιχειμάζω
ἐπιχειρέω
ἐπιχείρημα
ἐπιχείρησις
ἐπιχειρητέος
ἐπιχειρητής
ἐπίχειρον
ἐπιχειροτονέω
ἐπιχειροτονία
ἐπιχέω
View word page
ἐπιχειλής
ἐπιχειλής ἐπι-χειλής, ές χεῖλος full to the brim, brim-full, Ar.

ShortDef

full to the brim, brim-full

Debugging

Headword:
ἐπιχειλής
Headword (normalized):
ἐπιχειλής
Headword (normalized/stripped):
επιχειλης
IDX:
12903
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12907
Key:
e)pixeilh/s

Data

{'content': 'ἐπιχειλής\n ἐπι-χειλής, ές\n χεῖλος\n full to the brim, brim-full, Ar.', 'key': 'e)pixeilh/s'}