Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐπιτομή
ἐπίτονος
ἐπιτοξάζομαι
ἐπιτραγῳδέω
ἐπιτραπέζιος
ἐπιτρεπτέος
ἐπιτρέπω
ἐπιτρέφω
ἐπιτρέχω
ἐπιτρίβω
ἐπιτριηραρχέω
ἐπιτριηράρχημα
ἐπίτριπτος
ἐπίτριτος
ἐπιτροπαῖος
ἐπιτροπεύω
ἐπιτροπή
ἐπίτροπος
ἐπιτροχάδην
ἐπίτροχος
ἐπιτρύζω
View word page
ἐπιτριηραρχέω
ἐπιτριηραρχέω fut. ήσω to be trierarch beyond the legal time, Dem.

ShortDef

to be trierarch beyond the legal time

Debugging

Headword:
ἐπιτριηραρχέω
Headword (normalized):
ἐπιτριηραρχέω
Headword (normalized/stripped):
επιτριηραρχεω
IDX:
12837
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12841
Key:
e)pitrihrarxe/w

Data

{'content': 'ἐπιτριηραρχέω\n fut. ήσω\n to be trierarch beyond the legal time, Dem.', 'key': 'e)pitrihrarxe/w'}