ἐπιτελείωσις
ἐπιτελείωσις
from ἐπιτελειόω
ἐπιτελείωσις, εως
accomplishment, completion, Plut.
{
"content": "ἐπιτελείωσις\n from ἐπιτελειόω\n ἐπιτελείωσις, εως\n accomplishment, completion, Plut.",
"key": "e)pitelei/wsis"
}