Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐπιποιμήν
ἐπιπολάζω
ἐπιπόλαιος
ἐπιπολή
ἐπίπολος
ἐπιπολύ
ἐπιπομπεύω
ἐπιπονέω
ἐπίπονος
ἐπιπορεύομαι
ἐπιπόρπημα
ἐπιποτάομαι
ἐπιπρεπής
ἐπιπρέπω
ἐπιπρεσβεύομαι
ἐπιπρίω
ἐπιπροβάλλω
ἐπιπροϊάλλω
ἐπιπροΐημι
ἐπί
ἐπιάλλω
View word page
ἐπιπόρπημα
ἐπιπόρπημα any garment buckled over the shoulders, a mantle, Plut.
ShortDef
any garment buckled over the shoulders, a mantle
Debugging
Headword:
ἐπιπόρπημα
Headword (normalized):
ἐπιπόρπημα
Headword (normalized/stripped):
επιπορπημα
IDX:
12593
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12596
Key:
e)pipo/rphma
Data
{'content': 'ἐπιπόρπημα\n any garment buckled over the shoulders, a mantle, Plut.', 'key': 'e)pipo/rphma'}