Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐπιπλήκτειρα
ἐπίπληξις
ἐπιπληρόω
ἐπιπλήσσω
ἐπίπλοα
ἐπίπλοος
ἐπίπλοος2
ἐπιπνέω
ἐπίπνοια
ἐπίπνοος
ἐπιπόδιος
ἐπιποθέω
ἐπιπόθησις
ἐπιπόθητος
ἐπιποιμήν
ἐπιπολάζω
ἐπιπόλαιος
ἐπιπολή
ἐπίπολος
ἐπιπολύ
ἐπιπομπεύω
View word page
ἐπιπόδιος
ἐπιπόδιος ἐπι-πόδιος, α, ον πούς upon the feet, Soph.

ShortDef

upon the feet

Debugging

Headword:
ἐπιπόδιος
Headword (normalized):
ἐπιπόδιος
Headword (normalized/stripped):
επιποδιος
IDX:
12579
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12582
Key:
e)pipo/dios

Data

{'content': 'ἐπιπόδιος\n ἐπι-πόδιος, α, ον\n πούς\n upon the feet, Soph.', 'key': 'e)pipo/dios'}