Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐπινοέω
ἐπίνοια
ἐπινομή
ἐπινομία
ἐπινύκτιος
ἐπινύμφειος
ἐπινυμφίδιος
ἐπινυστάζω
ἐπινωμάω
ἐπινωτίδιος
ἐπινωτίζω
ἐπινώτιος
ἐπίξανθος
ἐπιξενόομαι
ἐπίξηνον
ἐπίξυνος
ἐπιοίνιος
ἐπιοινοχοεύω
ἐπιορκέω
ἐπιορκία
ἐπίορκος
View word page
ἐπινωτίζω
ἐπινωτίζω fut. σω to set on the back, Eur.

ShortDef

to set on the back

Debugging

Headword:
ἐπινωτίζω
Headword (normalized):
ἐπινωτίζω
Headword (normalized/stripped):
επινωτιζω
IDX:
12517
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12520
Key:
e)pinwti/zw

Data

{'content': 'ἐπινωτίζω\n fut. σω\n to set on the back, Eur.', 'key': 'e)pinwti/zw'}