Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐπιμήνιος
ἐπιμηνίω
ἐπιμηχανάομαι
ἐπιμήχανος
ἐπιμείγνυμι
ἐπιμιμνήσκομαι
ἐπιμίμνω
ἐπιμειξία
ἐπίμειξις
ἐπιμίξ
ἐπιμοίριος
ἐπιμολεῖν
ἐπίμολος
ἐπίμομφος
ἐπιμονή
ἐπιμύζω
ἐπιμυθέομαι
ἐπιμύθιος
ἐπίμυκτος
ἐπιμύω
ἐπιμωμητός
View word page
ἐπιμοίριος
ἐπιμοίριος ἐπι-μοίριος, ον μοῖρα fated, Anth.

ShortDef

fated

Debugging

Headword:
ἐπιμοίριος
Headword (normalized):
ἐπιμοίριος
Headword (normalized/stripped):
επιμοιριος
IDX:
12480
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12483
Key:
e)pimoi/rios

Data

{'content': 'ἐπιμοίριος\n ἐπι-μοίριος, ον\n μοῖρα\n fated, Anth.', 'key': 'e)pimoi/rios'}