Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐπίμαρτυς
ἐπιμάσσομαι
ἐπιμαστίδιος
ἐπίμαστος
ἐπιμαχέω
ἐπιμαχία
ἐπίμαχος
ἐπιμειδάω
ἐπιμειδιάω
ἐπιμείζων
ἐπιμείλια
ἐπιμέλεια
ἐπιμελέομαι
ἐπιμέλημα
ἐπιμελής
ἐπιμελητέος
ἐπιμελητής
ἐπιμελητικός
ἐπιμέλπω
ἐπιμέμονα
ἐπιμέμφομαι
View word page
ἐπιμείλια
ἐπιμείλια ἐπι-μείλια, τά, = μείλια, Il.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἐπιμείλια
Headword (normalized):
ἐπιμείλια
Headword (normalized/stripped):
επιμειλια
IDX:
12449
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12452
Key:
e)pimei/lia
Data
{'content': 'ἐπιμείλια\n ἐπι-μείλια, τά,\n = μείλια, Il.', 'key': 'e)pimei/lia'}