Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐπίλοιπος
ἐπιλυπέω
ἐπίλυσις
ἐπιλύω
ἐπιλωβεύω
ἐπιμάζιος
ἐπιμαίνω
ἐπιμαίομαι
ἐπιμανθάνω
ἐπιμαρτυρέω
ἐπιμαρτυρία
ἐπιμαρτύρομαι
ἐπιμάρτυρος
ἐπίμαρτυς
ἐπιμάσσομαι
ἐπιμαστίδιος
ἐπίμαστος
ἐπιμαχέω
ἐπιμαχία
ἐπίμαχος
ἐπιμειδάω
View word page
ἐπιμαρτυρία
ἐπιμαρτυρία from ἐπιμαρτῠρέω ἐπιμαρτῠρία, ἡ, a witness, testimony, Thuc.

ShortDef

a witness, testimony

Debugging

Headword:
ἐπιμαρτυρία
Headword (normalized):
ἐπιμαρτυρία
Headword (normalized/stripped):
επιμαρτυρια
IDX:
12436
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12439
Key:
e)pimarturi/a

Data

{'content': 'ἐπιμαρτυρία\n from ἐπιμαρτῠρέω\n ἐπιμαρτῠρία, ἡ,\n a witness, testimony, Thuc.', 'key': 'e)pimarturi/a'}