Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐπίκρυψις
ἐπικρώζω
ἐπικτάομαι
ἐπικτείνω
ἐπίκτησις
ἐπίκτητος
ἐπικτυπέω
ἐπικυδής
ἐπικυΐσκομαι
ἐπικυκλέω
ἐπικυμαίνω
ἐπικύπτω
ἐπικυρόω
ἐπικυρτόω
ἐπικύρω
ἐπικυψέλιος
ἐπικωκύω
ἐπικωλύω
ἐπικωμάζω
ἐπικωμῳδέω
ἐπίκωπος
View word page
ἐπικυμαίνω
ἐπικυμαίνω fut. ανῶ to flow in waves over, Plut.
ShortDef
to flow in waves over
Debugging
Headword:
ἐπικυμαίνω
Headword (normalized):
ἐπικυμαίνω
Headword (normalized/stripped):
επικυμαινω
IDX:
12380
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12383
Key:
e)pikumai/nw
Data
{'content': 'ἐπικυμαίνω\n fut. ανῶ\n to flow in waves over, Plut.', 'key': 'e)pikumai/nw'}