Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐπικήριος
ἐπίκηρος
ἐπικηρυκεία
ἐπικηρύκευμα
ἐπικηρυκεύομαι
ἐπικηρύσσω
ἐπικίδνημι
ἐπικινδυνεύομαι
ἐπικίνδυνος
ἐπικίχρημι
ἐπίκλαυτος
ἐπικλάω
ἐπικλείω
ἐπικλείω
ἐπίκλημα
ἐπίκλην
ἐπίκληρος
ἐπικληρόω
ἐπίκλησις
ἐπίκλητος
ἐπικλινής
View word page
ἐπίκλαυτος
ἐπίκλαυτος ἐπί-κλαυτος, ον tearful, Ar.

ShortDef

tearful

Debugging

Headword:
ἐπίκλαυτος
Headword (normalized):
ἐπίκλαυτος
Headword (normalized/stripped):
επικλαυτος
IDX:
12317
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12320
Key:
e)pi/klautos

Data

{'content': 'ἐπίκλαυτος\n ἐπί-κλαυτος, ον\n tearful, Ar.', 'key': 'e)pi/klautos'}