Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐπικελεύω
ἐπικέλλω
ἐπικέλομαι
ἐπικεντρίζω
ἐπικεράννυμι
ἐπικερδαίνω
ἐπικέρδια
ἐπικερτομέω
ἐπικεύθω
ἐπικήδειος
ἐπικήριος
ἐπίκηρος
ἐπικηρυκεία
ἐπικηρύκευμα
ἐπικηρυκεύομαι
ἐπικηρύσσω
ἐπικίδνημι
ἐπικινδυνεύομαι
ἐπικίνδυνος
ἐπικίχρημι
ἐπίκλαυτος
View word page
ἐπικήριος
ἐπικήριος ἐπικήριος, ον = ἐπίκηρος., Heraclit. ap. Luc.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἐπικήριος
Headword (normalized):
ἐπικήριος
Headword (normalized/stripped):
επικηριος
IDX:
12307
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12310
Key:
e)pikh/rios
Data
{'content': 'ἐπικήριος\n ἐπικήριος, ον\n = ἐπίκηρος., Heraclit. ap. Luc.', 'key': 'e)pikh/rios'}