Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐπιδημία
ἐπιδήμιος
ἐπιδημιουργοί
ἐπίδημος
ἐπιδιαβαίνω
ἐπιδιαγιγνώσκω
ἐπιδιαιρέω
ἐπιδιακρίνω
ἐπιδιαρρήγνυμαι
ἐπιδιατάσσομαι
ἐπιδιατίθημι
ἐπιδιαφέρομαι
ἐπιδιδάσκω
ἐπιδίδωμι
ἐπιδίζημαι
ἐπιδικάζω
ἐπίδικος
ἐπιδινέω
ἐπιδιορθόω
ἐπιδιπλοΐζω
ἐπιδιφριάς
View word page
ἐπιδιατίθημι
ἐπιδιατίθημι Mid., to deposit as security, Dem.
ShortDef
arrange besides; mid. deposit as security
Debugging
Headword:
ἐπιδιατίθημι
Headword (normalized):
ἐπιδιατίθημι
Headword (normalized/stripped):
επιδιατιθημι
IDX:
12171
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12174
Key:
e)pidiati/qemai
Data
{'content': 'ἐπιδιατίθημι\n Mid., to deposit as security, Dem.', 'key': 'e)pidiati/qemai'}