Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐπημοιβός
ἐπημύω
ἐπήν
ἐπῃόνιος
ἐπηπύω
ἐπήρατος
ἐπηρεάζω
ἐπήρεια
ἐπήρετμος
ἐπηρεφής
ἐπητής
ἐπήτριμος
ἐπητύς
ἐπηχέω
ἐπιβάθρα
ἐπίβαθρον
ἐπιβαίνω
ἐπιβάλλω
ἐπίβασις
ἐπιβάσκω
ἐπιβαστάζω
View word page
ἐπητής
ἐπητής ἐπητής, οῦ, ἔπος affable, gentle, Od.
ShortDef
affable, gentle
Debugging
Headword:
ἐπητής
Headword (normalized):
ἐπητής
Headword (normalized/stripped):
επητης
IDX:
12049
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12052
Key:
e)phth/s
Data
{'content': 'ἐπητής\n ἐπητής, οῦ,\n ἔπος\n affable, gentle, Od.', 'key': 'e)phth/s'}