Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀκριβόω
ἀκριβῶς
ἀκριδοθήκη
ἀκρισία
ἀκρίς
ἄκρις
ἀκριτόδακρυς
ἀκριτόμυθος
ἄκριτος
ἀκριτόφυλλος
ἀκριτόφυρτος
ἀκρόαμα
ἀκροαματικός
ἀκροάομαι
ἀκρόασις
ἀκροατέον
ἀκροατήριον
ἀκροατής
ἀκροατικός
ἀκροβαφής
ἀκροβελής
View word page
ἀκριτόφυρτος
ἀκριτόφυρτος φύρω undistinguishably mixed, Aesch.
ShortDef
undistinguishably mixed
Debugging
Headword:
ἀκριτόφυρτος
Headword (normalized):
ἀκριτόφυρτος
Headword (normalized/stripped):
ακριτοφυρτος
IDX:
1203
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1203
Key:
a)krito/furtos
Data
{'content': 'ἀκριτόφυρτος\n φύρω\n undistinguishably mixed, Aesch.', 'key': 'a)krito/furtos'}