Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐπεξεργάζομαι
ἐπεξέρχομαι
ἐπεξέτασις
ἐπεξευρίσκω
ἐπεξηγέομαι
ἐπεξῆς
ἐπεξιακχάζω
ἐπεξόδιος
ἐπέξοδος
ἐπέοικα
ἐπέραστος
ἐπεργάζομαι
ἐπεργασία
ἐπερεθίζω
ἐπερείδω
ἐπερέφω
ἐπέρομαι
ἐπερύω
ἐπέρχομαι
ἐπερωτάω
ἐπερώτημα
View word page
ἐπέραστος
ἐπέραστος ἐπ-έραστος, ον ἐράω lovely, amiable, Luc.

ShortDef

lovely, amiable

Debugging

Headword:
ἐπέραστος
Headword (normalized):
ἐπέραστος
Headword (normalized/stripped):
επεραστος
IDX:
12004
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12007
Key:
e)pe/rastos

Data

{'content': 'ἐπέραστος\n ἐπ-έραστος, ον\n ἐράω\n lovely, amiable, Luc.', 'key': 'e)pe/rastos'}