Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἄαπτος
ἄατος
ἀάω
ἀβακέω
ἀβακής
ἀβάκχευτος
ἄβαλε
ἀβαρής
ἀβασάνιστος
ἀβασίλευτος
ἀβάσκαντος
ἀβάστακτος
ἄβατος
ἀββα
Ἀβδηρίτης
Ἀβδηριτικός
ἀβέβαιος
ἀβέβηλος
ἀβελτερία
ἀβέλτερος
ἀβίαστος
View word page
ἀβάσκαντος
ἀβάσκαντος βασκαίνω not subject to enchantment; adv. -τως, Anth.
ShortDef
not subject to enchantment
Debugging
Headword:
ἀβάσκαντος
Headword (normalized):
ἀβάσκαντος
Headword (normalized/stripped):
αβασκαντος
IDX:
12
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n12
Key:
a)ba/skantos
Data
{'content': 'ἀβάσκαντος\n βασκαίνω\n not subject to enchantment; adv. -τως, Anth.', 'key': 'a)ba/skantos'}