Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀκρεμών
ἀκρέσπερος
ἀκρήβης
ἄκρηβος
ἀκρίβεια
ἀκριβής
ἀκριβολογέομαι
ἀκριβολόγος
ἀκριβόω
ἀκριβῶς
ἀκριδοθήκη
ἀκρισία
ἀκρίς
ἄκρις
ἀκριτόδακρυς
ἀκριτόμυθος
ἄκριτος
ἀκριτόφυλλος
ἀκριτόφυρτος
ἀκρόαμα
ἀκροαματικός
View word page
ἀκριδοθήκη
ἀκριδοθήκη ἀκρίς a locust-cage, Theocr.
ShortDef
a locust-cage
Debugging
Headword:
ἀκριδοθήκη
Headword (normalized):
ἀκριδοθήκη
Headword (normalized/stripped):
ακριδοθηκη
IDX:
1195
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1195
Key:
a)kridoqh/kh
Data
{'content': 'ἀκριδοθήκη\n ἀκρίς\n a locust-cage, Theocr.', 'key': 'a)kridoqh/kh'}