Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐπαράσσω
ἐπάρατος
ἐπάργεμος
ἐπάργυρος
ἐπάρδω
ἐπαρήγω
ἐπαρίστερος
ἐπάρκεσις
ἐπαρκέω
ἐπάρκιος
ἐπαρκούντως
ἐπάρουρος
ἐπαρτάω
ἐπαρτής
ἐπαρτύω
ἐπαρχία
ἐπαρχικός
ἔπαρχος
ἐπάρχω
ἐπαρωγή
ἐπαρωγός
View word page
ἐπαρκούντως
ἐπαρκούντως sufficiently, Soph.

ShortDef

sufficiently

Debugging

Headword:
ἐπαρκούντως
Headword (normalized):
ἐπαρκούντως
Headword (normalized/stripped):
επαρκουντως
IDX:
11877
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n11880
Key:
e)parkou/ntws

Data

{'content': 'ἐπαρκούντως\n \n sufficiently, Soph.', 'key': 'e)parkou/ntws'}