Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀκρατοποσία
ἀκρατοπότης
ἄκρατος
ἀκράτωρ
ἀκρατῶς
ἀκράτως
ἀκραχολέω
ἀκραχολία
ἀκράχολος
ἀκρεμών
ἀκρέσπερος
ἀκρήβης
ἄκρηβος
ἀκρίβεια
ἀκριβής
ἀκριβολογέομαι
ἀκριβολόγος
ἀκριβόω
ἀκριβῶς
ἀκριδοθήκη
ἀκρισία
View word page
ἀκρέσπερος
ἀκρέσπερος ἄκρος II, ἑσπέρα at eventide, Anth.: neut. ἀκρέσπερον as adv., Theocr.
ShortDef
at eventide
Debugging
Headword:
ἀκρέσπερος
Headword (normalized):
ἀκρέσπερος
Headword (normalized/stripped):
ακρεσπερος
IDX:
1186
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1186
Key:
a)kre/speros
Data
{'content': 'ἀκρέσπερος\n ἄκρος II, ἑσπέρα\n at eventide, Anth.: neut. ἀκρέσπερον as adv., Theocr.', 'key': 'a)kre/speros'}