Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀκουστός
ἀκούω
ἀκράαντος
ἀκραγής
ἀκραής
ἀκραῖος
ἀκραιφνής
ἄκραντος
ἄκρα
ἀκρασία
ἀκράτεια
ἀκρατής
ἀκρατίζομαι
ἀκράτισμα
ἀκράτιστος
ἀκρατοποσία
ἀκρατοπότης
ἄκρατος
ἀκράτωρ
ἀκρατῶς
ἀκράτως
View word page
ἀκράτεια
ἀκράτεια ἀκρατής incontinence, want of self-control, Plat.:—the later form is ἀκρασία.
ShortDef
incontinence, want of self-control
Debugging
Headword:
ἀκράτεια
Headword (normalized):
ἀκράτεια
Headword (normalized/stripped):
ακρατεια
IDX:
1171
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1171
Key:
a)kra/teia
Data
{'content': 'ἀκράτεια\n ἀκρατής\n incontinence, want of self-control, Plat.:—the later form is ἀκρασία.', 'key': 'a)kra/teia'}