Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐξιχνοσκοπέω
ἑξμέδιμνος
ἐξογκόω
ἐξόγκωμα
ἐξοδάω
ἐξοδία
ἐξόδιος
ἐξοδοιπορέω
ἔξοδος
ἔξοδος2
ἐξοδυνάω
ἐξόζω
ἔξοιδα
ἐξοιδέω
ἐξοικέω
ἐξοικήσιμος
ἐξοικίζω
ἐξοικοδομέω
ἐξοιμώζω
ἐξοινόομαι
ἐξοιστέος
View word page
ἐξοδυνάω
ἐξοδυνάω fut. ήσω to pain greatly, Eur.
ShortDef
to pain greatly
Debugging
Headword:
ἐξοδυνάω
Headword (normalized):
ἐξοδυνάω
Headword (normalized/stripped):
εξοδυναω
IDX:
11598
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n11601
Key:
e)coduna/w
Data
{'content': 'ἐξοδυνάω\n fut. ήσω\n to pain greatly, Eur.', 'key': 'e)coduna/w'}