Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐξισχύω
ἐξίσχω
ἐξίσωσις
ἐξισωτέος
ἐξίτηλος
ἐξιτητέος
ἐξιτός
ἐξιχνευτέος
ἐξιχνεύω
ἐξιχνοσκοπέω
ἑξμέδιμνος
ἐξογκόω
ἐξόγκωμα
ἐξοδάω
ἐξοδία
ἐξόδιος
ἐξοδοιπορέω
ἔξοδος
ἔξοδος2
ἐξοδυνάω
ἐξόζω
View word page
ἑξμέδιμνος
ἑξμέδιμνος ἑξ-μέδιμνος, ον of, holding six medimni, Ar.
ShortDef
of, holding six medimni
Debugging
Headword:
ἑξμέδιμνος
Headword (normalized):
ἑξμέδιμνος
Headword (normalized/stripped):
εξμεδιμνος
IDX:
11589
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n11592
Key:
e(cme/dimnos
Data
{'content': 'ἑξμέδιμνος\n ἑξ-μέδιμνος, ον\n of, holding six medimni, Ar.', 'key': 'e(cme/dimnos'}