Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀγαπάζω
ἀγαπάω
ἀγάπημα
ἀγαπήνωρ
ἀγάπη
ἀγαπητέος
ἀγαπητικός
ἀγαπητός
ἀγαπώντως
ἀγάρροος
ἀγάστονος
ἀγαστός
ἀγαυός
ἀγαυρός
ἀγγαρεύω
ἀγγαρήϊος
ἄγγαρος
ἀγγεῖον
ἀγγελία
ἀγγελίαρχος
ἀγγελιαφόρος
View word page
ἀγάστονος
ἀγάστονος στένω much groaning, howling, of waves, Od.: loud-wailing, Aesch.

ShortDef

much groaning, howling

Debugging

Headword:
ἀγάστονος
Headword (normalized):
ἀγάστονος
Headword (normalized/stripped):
αγαστονος
IDX:
114
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n114
Key:
a)ga/stonos

Data

{'content': 'ἀγάστονος\n στένω\n much groaning, howling, of waves, Od.: loud-wailing, Aesch.', 'key': 'a)ga/stonos'}