Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐξαλλαγή
ἐξαλλάσσω
ἐξάλλομαι
ἐξαλύσκω
ἐξαλύω
ἐξαμαρτάνω
ἐξαμαρτία
ἐξαμάω
ἐξαμάω
ἐξαμβλόω
ἐξαμβλύνω
ἐξαμείβω
ἐξαμέλγω
ἐξαμελέω
ἑξάμετρος
ἑξάμηνος
ἐξαμηχανέω
ἐξαμιλλάομαι
ἐξαμύνομαι
ἐξαναβρύω
ἐξαναγιγνώσκω
View word page
ἐξαμβλύνω
ἐξαμβλύνω to blunt, weaken, Plut.
ShortDef
to blunt, weaken
Debugging
Headword:
ἐξαμβλύνω
Headword (normalized):
ἐξαμβλύνω
Headword (normalized/stripped):
εξαμβλυνω
IDX:
11344
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n11347
Key:
e)camblu/nw
Data
{'content': 'ἐξαμβλύνω\n to blunt, weaken, Plut.', 'key': 'e)camblu/nw'}