Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀκολουθία
ἀκόλουθος
ἀκόλυμβος
ἀκομιστία
ἀκόμιστος
ἄκομος
ἀκόμπαστος
ἄκομπος
ἄκομψος
ἀκονάω
ἀκόνδυλος
ἀκόνη
ἀκονιτικός
ἀκονιτί
ἀκόνιτον
ἀκόνιτος
ἀκοντίζω
ἀκόντιον
ἀκοντί
ἀκόντισις
ἀκόντισμα
View word page
ἀκόνδυλος
ἀκόνδυλος κονδύλη without knuckles:—without blows, Luc.
ShortDef
without knuckles without blows
Debugging
Headword:
ἀκόνδυλος
Headword (normalized):
ἀκόνδυλος
Headword (normalized/stripped):
ακονδυλος
IDX:
1129
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1129
Key:
a)ko/ndulos
Data
{'content': 'ἀκόνδυλος\n κονδύλη\n without knuckles:—without blows, Luc.', 'key': 'a)ko/ndulos'}