Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐντήκω
ἐντίθημι
ἐντίκτω
ἐντιλάω
ἐντιμάω
ἔντιμος
ἔντμημα
ἐντολή
ἔντομος
ἔντονος
ἔντοπος
ἐντορεύω
ἔντοσθε
ἐντραγῳδέω
ἐντρέπω
ἐντρέφω
ἐντρέχω
ἐντός
ἐντριβής
ἐντρίβω
ἔντριμμα
View word page
ἔντοπος
ἔντοπος ἔν-τοπος, ον in or of a place, Soph.
ShortDef
in or of a place
Debugging
Headword:
ἔντοπος
Headword (normalized):
ἔντοπος
Headword (normalized/stripped):
εντοπος
IDX:
11233
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n11236
Key:
e)/ntopos
Data
{'content': 'ἔντοπος\n ἔν-τοπος, ον\n in or of a place, Soph.', 'key': 'e)/ntopos'}