Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐναφίημι
ἔνδαις
ἐνδαίω
ἐνδαίω
ἐνδάκνω
ἐνδακρύω
ἐνδάπιος
ἐνδατέομαι
ἐνδεής
ἔνδεια
ἔνδειγμα
ἐνδείκνυμι
ἔνδειξις
ἑνδεκάπηχυς
ἕνδεκα
ἑνδεκάς
ἑνδεκαταῖος
ἑνδέκατος
ἐνδελεχής
ἐνδέμω
ἐνδεξιόομαι
View word page
ἔνδειγμα
ἔνδειγμα ἔνδειγμα, ατος, τό, a proof, token, Dem. from ἐνδείκνῡμι
ShortDef
a proof, token
Debugging
Headword:
ἔνδειγμα
Headword (normalized):
ἔνδειγμα
Headword (normalized/stripped):
ενδειγμα
IDX:
10940
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n10943
Key:
e)/ndeigma
Data
{'content': 'ἔνδειγμα\n ἔνδειγμα, ατος, τό,\n a proof, token, Dem.\n from ἐνδείκνῡμι', 'key': 'e)/ndeigma'}