Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐνακούω
ἐναλείφω
ἐναλήθης
ἐναλίγκιος
ἐνάλιος
ἐναλλάξ
ἐναλλάσσω
ἐνάλλομαι
ἔναλλος
ἔναλος
ἐναμβλύνω
ἐναμέλγω
ἐνάμιλλος
ἔναντα
ἐναντίβιος
ἐναντίον
ἐναντιόομαι
ἐναντίος
ἐναντιότης
ἔναντι
ἐναντίωμα
View word page
ἐναμβλύνω
ἐναμβλύνω to deaden or discourage besides, Plut.

ShortDef

to deaden

Debugging

Headword:
ἐναμβλύνω
Headword (normalized):
ἐναμβλύνω
Headword (normalized/stripped):
εναμβλυνω
IDX:
10872
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n10875
Key:
e)namblu/nw

Data

{'content': 'ἐναμβλύνω\n to deaden or discourage besides, Plut.', 'key': 'e)namblu/nw'}