Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐναίσιμος
ἐναίσιος
ἐναιχμάζω
ἐναιωρέομαι
ἐνάκις
ἐνακισχίλιοι
ἐνακόσιοι
ἐνακούω
ἐναλείφω
ἐναλήθης
ἐναλίγκιος
ἐνάλιος
ἐναλλάξ
ἐναλλάσσω
ἐνάλλομαι
ἔναλλος
ἔναλος
ἐναμβλύνω
ἐναμέλγω
ἐνάμιλλος
ἔναντα
View word page
ἐναλίγκιος
ἐναλίγκιος ἐν-ᾰλίγκιος, ον like, resembling, c. dat., Hom.; θεοῖς ἐναλίγκιος αὐδήν like the gods in voice, Od.

ShortDef

like, resembling

Debugging

Headword:
ἐναλίγκιος
Headword (normalized):
ἐναλίγκιος
Headword (normalized/stripped):
εναλιγκιος
IDX:
10865
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n10868
Key:
e)nali/gkios

Data

{'content': 'ἐναλίγκιος\n ἐν-ᾰλίγκιος, ον\n like, resembling, c. dat., Hom.; θεοῖς ἐναλίγκιος αὐδήν like the gods in voice, Od.', 'key': 'e)nali/gkios'}