Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐμπορευτέα
ἐμπορία
ἐμπορικός
ἐμπόριον
ἔμπορος
ἐμπορπάω
Ἔμπουσα
ἔμπρακτος
ἐμπρέπω
ἐμπρήθω
ἔμπρησις
ἐμπρίω
ἔμπροθεν
ἐμπρόθεσμος
ἔμπροσθεν
ἐμπρόσθιος
ἐμπτύω
ἐμπυκάζω
ἔμπυος
ἐμπυρεύω
ἐμπυριβήτης
View word page
ἔμπρησις
ἔμπρησις from ἐμπρήθω ἔμπρησις, εως a conflagration, Hdt.

ShortDef

a conflagration

Debugging

Headword:
ἔμπρησις
Headword (normalized):
ἔμπρησις
Headword (normalized/stripped):
εμπρησις
IDX:
10798
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n10801
Key:
e)/mprhsis

Data

{'content': 'ἔμπρησις\n from ἐμπρήθω\n ἔμπρησις, εως\n \n a conflagration, Hdt.', 'key': 'e)/mprhsis'}