Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀκήν
ἀκή
ἀκηράσιος
ἀκήρατος
ἀκήριος
ἀκηρυκτεί
ἀκήρυκτος
ἀκήρωτος
ἀκίβδηλος
ἀκιδνός
ἄκικυς
ἀκινάκης
ἀκίνδυνος
ἀκίνητος
ἄκιος
ἀκιρός
ἀκίς
ἀκίχητος
ἀκκίζομαι
ἀκκώ
ἄκλαστος
View word page
ἄκικυς
ἄκικυς powerless, feeble, Od.
ShortDef
powerless, feeble
Debugging
Headword:
ἄκικυς
Headword (normalized):
ἄκικυς
Headword (normalized/stripped):
ακικυς
IDX:
1073
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1073
Key:
a)/kikus
Data
{'content': 'ἄκικυς\n powerless, feeble, Od.', 'key': 'a)/kikus'}