Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐμβύθιος
ἐμβύω
ἐμετικός
ἔμετος
ἐμμαίνομαι
ἐμέω
ἔμμαλλος
ἐμμανής
ἐμμαπέως
ἐμμάσσομαι
ἐμμάχομαι
ἐμμειδιάω
ἐμμέλεια
ἐμμελετάω
ἐμμελέτημα
ἐμμελής
ἐμμεμαώς
ἐμμέμονα
ἐμμενής
ἐμμένω
ἐμμετρία
View word page
ἐμμάχομαι
ἐμμάχομαι ἐν Dep. to fight a battle in, Hdt.

ShortDef

to fight a battle in

Debugging

Headword:
ἐμμάχομαι
Headword (normalized):
ἐμμάχομαι
Headword (normalized/stripped):
εμμαχομαι
IDX:
10692
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n10695
Key:
e)mma/xomai

Data

{'content': 'ἐμμάχομαι\n ἐν\n Dep. to fight a battle in, Hdt.', 'key': 'e)mma/xomai'}