Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐλεφαντόπους
ἐλέφας
ἑλίγδην
ἕλιγμα
ἑλιγμός
ἑλικοβλέφαρος
ἑλικοδρόμος
ἑλικοειδής
ἑλικτός
Ἑλικωνιάς
Ἑλικών
ἑλίκωψ
ἐλινύω
ἑλιξόκερως
ἕλιξ
ἕλιξ
ἑλίσσω
ἑλίτροχος
ἑλίχρυσος
ἑλκαίνω
ἑλκεσίπεπλος
View word page
Ἑλικών
Ἑλικών Ἑλῐκών, ῶνος, Helicon, a hill in Boeotia, Hes.
ShortDef
Helicon
Debugging
Headword:
Ἑλικών
Headword (normalized):
ἑλικών
Headword (normalized/stripped):
ελικων
IDX:
10573
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n10576
Key:
*(elikw/n
Data
{'content': 'Ἑλικών\n Ἑλῐκών, ῶνος,\n Helicon, a hill in Boeotia, Hes.', 'key': '*(elikw/n'}