Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐκτίλλω
ἐκτιμάω
ἔκτιμος
ἐκτινάσσω
ἐκτίνω
ἐκτιτρώσκω
ἔκτοθεν
ἔκτοθι
ἐκτολυπεύω
ἐκτομή
ἐκτομίας
ἐκτομίς
ἐκτοξεύω
ἐκτοπίζω
ἐκτόπιος
ἔκτοπος
ἐκτορέω
ἔκτοσε
ἔκτοσθε
ἐκτραγῳδέω
ἕκτος
View word page
ἐκτομίας
ἐκτομίας ἐκτομίας, ου, ἐκτέμνω a eunuch, Hdt.

ShortDef

a eunuch

Debugging

Headword:
ἐκτομίας
Headword (normalized):
ἐκτομίας
Headword (normalized/stripped):
εκτομιας
IDX:
10381
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n10384
Key:
e)ktomi/as

Data

{'content': 'ἐκτομίας\n ἐκτομίας, ου,\n ἐκτέμνω\n a eunuch, Hdt.', 'key': 'e)ktomi/as'}