Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀκατάστατος
ἀκατάσχετος
ἀκαταφρόνητος
ἀκατάψευστος
ἀκάτιον
ἄκατος
ἄκαυστος
ἀκαχίζω
ἀκαχμένος
ἀκέλευστος
ἀκέντητος
ἄκεντρος
ἀκέομαι
ἀκέραιος
ἀκεραύνωτος
ἀκέρδεια
ἀκερδής
ἀκέρκιστος
ἄκερκος
ἀκερματία
ἀκερσεκόμης
View word page
ἀκέντητος
ἀκέντητος κεντέω needing no goad or spur, Pind.
ShortDef
needing no goad
Debugging
Headword:
ἀκέντητος
Headword (normalized):
ἀκέντητος
Headword (normalized/stripped):
ακεντητος
IDX:
1032
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1032
Key:
a)ke/nthtos
Data
{'content': 'ἀκέντητος\n κεντέω\n needing no goad or spur, Pind.', 'key': 'a)ke/nthtos'}